Ахтырский Свято-Троицкий монастырь

Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος στὴν Ἀχτύρκα εὑρίσκεται σὲ ὑψηλοῦ κάλλους τοποθεσία στὴν Βόρειο-Ἀνατολικὴ Οὐκρανία. Ἑδρεύει σὲ ἕνα λόφο, τέσσερα μίλια βόρεια τῆς Ἀκτύρκα, ποὺ καλύπτεται ἀπὸ πλούσια βλάστηση καὶ ὅπου ἀνάμεσα στὰ δέντρα ἐπικρατοῦν οἱ αἰωνόβιες βελανιδιές. Ὁ ποταμὸς Βόρσκλα ρέει γύρω ἀπὸ τὴ βάση τοῦ λόφου. Στὴν κορυφὴ τοῦ λόφου αὐτοῦ ἕνα ἀπὸ τὰ παλαιότερα Μοναστήρια τῆς Οὐκρανίας ἀναδομήθηκε.

Ἀρχιεπισκόπου
Φιλαρέτου Γκουμιλέφσκι

Αὐτὰ εἶναι τὰ λόγια ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἱστορικὴ-Στατιστικὴ Ἐπιθεώρηση τῆς Περιφέρειας τοῦ Χαρκόβου» τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Φιλαρέτου Γκουμιλέφσκι ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 1852. Θὰ μπορούσαμε κάλλιστα νὰ τὸ εἴχαμε γράψει καὶ σήμερα, ὁπότε καὶ ἡ Μονὴ διέρχεται πλέον τὴν τρίτη της ἀναγέννηση.

Αὐτὰ εἶναι τὰ λόγια ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἱστορικὴ-Στατιστικὴ Ἐπιθεώρηση τῆς Περιφέρειας τοῦ Χαρκόβου» τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Φιλαρέτου Γκουμιλέφσκι ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 1852. Θὰ μπορούσαμε κάλλιστα νὰ τὸ εἴχαμε γράψει καὶ σήμερα, ὁπότε καὶ ἡ Μονὴ διέρχεται πλέον τὴν τρίτη της ἀναγέννηση.

«Ἡ Μονὴ ἱδρύθηκε τὸ ἔτος 1654 ὅταν ὁ Ἰωαννίκιος — ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος ἔφθασε ἀπὸ τὸν ποταμὸ Δνείπερο στὴν Ἀχτύρκα μὲ ἀδελφότητα 40 μοναχῶν, — συνεχίζει ὁ ἀρχιεπίσκοπος Φιλάρετος. [Τὰ μέλη τῆς ἱδυτικῆς ἀδελφότητας ἦσαν πρόσφυγες, διότι τὸ Μοναστήρι τους στὸ Λεμπεντὶν κάηκε ἀπὸ τοὺς οὑνίτες, ἐπειδὴ οἱ ὀρθόδοξοι πατέρες ἀρνήθηκαν νὰ προσχωρήσουν στὴν οὑνία.] Ἡ Οὐνία καὶ οἱ Ἰησουΐτες κατεδίωξαν τοὺς ὀρθοδόξους καὶ τοὺς ὑπέβαλαν σὲ πολλὲς δοκιμασίες. Μετὰ ἀπὸ θερμὴ ἱκεσία τῶν κατοίκων τῆς πόλης Ἀλέσνα καὶ τοῦ διατάγματος τοῦ τσάρου Ἀλεξίου Μιχαήλοβιτς δόθηκε στοὺς πτωχοὺς περιπλανώμενους ὁ πανέμορφος λόφος Ἀχτὺρ καὶ ἡ γύρω γῆ γιὰ νὰ ἱδρύσουν τὸ Μοναστήρι τους»…

Τὸ 1720 ὁ τσάρος Πέτρος ὁ Μέγας ἔδωσε στὸν πνευματικό του πατέρα πρωτοπρεσβύτερο Τιμόθεο Νανταρζίνσκι τὰ πλούσια κτήματα τῆς γύρω περιοχῆς. Τὸ 1724 ὁ π. Τιμόθεος ἔκτισε στὸ Μοναστήρι τὴν πέτρινη ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τὴν περιέκλεισε μὲ πέτρινο τεῖχος. Ἀργότερα, ἀφοῦ εἶχε ἤδη γίνει μοναχός, ἐτάφη μέσα στὸν Ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Ἡ Μονὴ ἔκλεισε μὲ διάταγμα τῆς αὐτοκράτειρας Αἰκατερίνης τῆς Μεγάλης, μὰ οἱ κάτοικοι τῶν γύρω χωριῶν δὲν ἔπαψαν νὰ τιμοῦν τὰ ἐρείπια τοῦ ἱεροῦ καθιδρύματος. Τὸ πανέμορφο βουνὸ ἔθελξε τοὺς πιστοὺς καὶ τελικὰ ζήτησαν ἀπὸ τὴν κυβέρνηση νὰ ἀναδομήσουν τὴν παλαιὰ Μονή. Τὸ 1842 ὑπῆρξε ἐντολὴ νὰ ξαναχτιστεῖ ἡ Μονή. Ὁ πνευματικὸς πατέρας τοῦ Ἁγίου Μελετίου τοῦ Χαρκόβου, ἱερομόναχος Σέργιος ἔγινε ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς.

Στὸ πάνω μέρος τῆς σελίδας μπορεῖτε νὰ δεῖτε τὴ λιθογραφία μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Μονῆς τοῦ Ἀχτὺρ ποὺ ἐκδόθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνος. Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ὑπῆρχαν περίπου 150 μοναχοὶ καὶ δόκιμοι ποὺ ζοῦσαν στὸ μοναστήρι.

Ὡς συνέπεια τοῦ πραξικοπήματος τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1917 ἡ Μονὴ ἔκλεισε πάλι. Ὁ ἡγούμενος Ἀρίσταρχος μαρτύρησε τὸ 1919 καὶ οἱ ναοὶ τῆς Μονῆς βεβηλώθηκαν καὶ λεηλατήθηκαν. Οἱ ντόπιοι διέλυσαν τὰ ἀπομεινάρια τῆς Μονῆς γιὰ νὰ τὰ κάνουν οἰκοδομικὰ ὑλικὰ ἀμέσως μετὰ τὸν πόλεμο.

Τὸ ἀρχαῖο καμπαναριὸ μὲ τὶς τρύπες ποὺ ἔκαναν τὰ βλήματα τῶν ἀρμάτων μάχης κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πολέμου εἶναι τὸ μόνο κτίριο ποὺ ἀπέμεινε ἀπὸ τὸ παλαιὸ Μοναστήρι.

Ἡ τρίτη περίοδος λειτουργίας τῆς Μονῆς ξεκίνησε στὶς ἀρχὲς τῆς νέας χιλιετίας απὸ τὴν σημερινὴ ἀδελφότητα. Μὲ τὴν βοήθεια τῶν εὐλαβῶν κατοίκων τῆς Ἀκτύρκα στήθηκαν τέντες ποὺ χρησιμοποιήθηκαν ὡς ναὸς καὶ τραπεζαρία.

Ἡ πρώτη Θεία Λειτουργία τελέστηκε ἐδῶ στὶς 23 Ἰουνίου 2002 στὴν πανήγυρη τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἀπὸ τότε τελεῖται καθημερινά. Στὶς 26 Ἰουλίου τὴν παραμονὴ τοῦ Ἁγίου βασιλέως Βλαδιμήρου τοῦ φωτιστοῦ τῆς Ρωσίας ὑψώθηκε ὁ Τίμιος Σταυρὸς στὴν κορυφὴ τοῦ καμπαναριοῦ.

Οἱ ἐργασίες ἀποκαταστάσεως ξεκίνησαν μέσα στὸ καμπαναριὸ τὸν Σεπτέμβριο τοῦ ἰδίου ἔτους. Οἱ μοναχοὶ μαζὶ μὲ δύο ἀκόμα δόκιμους, μαθητὲς ποὺ ἦλθαν ἀπὸ τὴν Ἱερατικὴ Σχολή, κατάλαβαν ὅτι ἡ μόνη πιθανὴ λύση γιὰ νὰ ἔχουν κτιστὸ ἱερὸ ναὸ καὶ κελιὰ γιὰ νὰ μείνουν ἦταν νὰ τὰ φτιάξουν μέσα στὸ καμπαναριὸ — τὸν Ναὸ στὸ ἰσόγειο καὶ τὰ κελιὰ στοὺς ὀρόφους.

Ἡ πρώτη Λειτουργία στὸν Ναὸ τελέστηκε στὶς 4 Δεκεμβρίου — στὴν ἀγρυπνία τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου. Γιὰ πολλὲς ἡμέρες ὁ καιρὸς ἦταν ἐξαιρετικὰ ψυχρός, -14°C, μὰ ἡ πανήγυρη τῶν Εἰσοδίων ἦταν ἡ πρώτη ἡμέρα ποὺ ἡ ἀδελφότητα μποροῦσε πιὰ νὰ μπεῖ στὸν κτισμένο Ναό. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἐνδυνάμωσε τὴν πίστη τους ὅτι ἡ Κυρία Θεοτόκος τοὺς στηρίζει στὸν σκοπό τους.

Τὴν Κυριακὴ μετὰ τὴν Γέννηση τοῦ Κυρίου μας, 12 Ἰανουαρίου 2003, ὁ ἐπίσκοπος Σούμι καὶ Ἀκτύρκα κ. Ἰώβ, καθηγίασε τὸν Ναό. Αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη Θεία Λειτουργία ποὺ τέλεσε ὁ ἐπίσκοπος στὴν Μονὴ μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια ἐγκατάλειψής της.

Μὲ τὴν συνδρομὴ τῶν εὐλαβῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν ἡ Μονὴ θὰ ἀναδομηθεῖ πλήρως.

Αὐτὰ εἶναι τὰ λόγια ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἱστορικὴ-Στατιστικὴ Ἐπιθεώρηση τῆς Περιφέρειας τοῦ Χαρκόβου» τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Φιλαρέτου Γκουμιλέφσκι ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 1852. Θὰ μπορούσαμε κάλλιστα νὰ τὸ εἴχαμε γράψει καὶ σήμερα, ὁπότε καὶ ἡ Μονὴ διέρχεται πλέον τὴν τρίτη της ἀναγέννηση.

«Ἡ Μονὴ ἱδρύθηκε τὸ ἔτος 1654 ὅταν ὁ Ἰωαννίκιος — ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος ἔφθασε ἀπὸ τὸν ποταμὸ Δνείπερο στὴν Ἀχτύρκα μὲ ἀδελφότητα 40 μοναχῶν, — συνεχίζει ὁ ἀρχιεπίσκοπος Φιλάρετος. [Τὰ μέλη τῆς ἱδυτικῆς ἀδελφότητας ἦσαν πρόσφυγες, διότι τὸ Μοναστήρι τους στὸ Λεμπεντὶν κάηκε ἀπὸ τοὺς οὑνίτες, ἐπειδὴ οἱ ὀρθόδοξοι πατέρες ἀρνήθηκαν νὰ προσχωρήσουν στὴν οὑνία.] Ἡ Οὐνία καὶ οἱ Ἰησουΐτες κατεδίωξαν τοὺς ὀρθοδόξους καὶ τοὺς ὑπέβαλαν σὲ πολλὲς δοκιμασίες. Μετὰ ἀπὸ θερμὴ ἱκεσία τῶν κατοίκων τῆς πόλης Ἀλέσνα καὶ τοῦ διατάγματος τοῦ τσάρου Ἀλεξίου Μιχαήλοβιτς δόθηκε στοὺς πτωχοὺς περιπλανώμενους ὁ πανέμορφος λόφος Ἀχτὺρ καὶ ἡ γύρω γῆ γιὰ νὰ ἱδρύσουν τὸ Μοναστήρι τους»…

Τὸ 1720 ὁ τσάρος Πέτρος ὁ Μέγας ἔδωσε στὸν πνευματικό του πατέρα πρωτοπρεσβύτερο Τιμόθεο Νανταρζίνσκι τὰ πλούσια κτήματα τῆς γύρω περιοχῆς. Τὸ 1724 ὁ π. Τιμόθεος ἔκτισε στὸ Μοναστήρι τὴν πέτρινη ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τὴν περιέκλεισε μὲ πέτρινο τεῖχος. Ἀργότερα, ἀφοῦ εἶχε ἤδη γίνει μοναχός, ἐτάφη μέσα στὸν Ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Ἡ Μονὴ ἔκλεισε μὲ διάταγμα τῆς αὐτοκράτειρας Αἰκατερίνης τῆς Μεγάλης, μὰ οἱ κάτοικοι τῶν γύρω χωριῶν δὲν ἔπαψαν νὰ τιμοῦν τὰ ἐρείπια τοῦ ἱεροῦ καθιδρύματος. Τὸ πανέμορφο βουνὸ ἔθελξε τοὺς πιστοὺς καὶ τελικὰ ζήτησαν ἀπὸ τὴν κυβέρνηση νὰ ἀναδομήσουν τὴν παλαιὰ Μονή. Τὸ 1842 ὑπῆρξε ἐντολὴ νὰ ξαναχτιστεῖ ἡ Μονή. Ὁ πνευματικὸς πατέρας τοῦ Ἁγίου Μελετίου τοῦ Χαρκόβου, ἱερομόναχος Σέργιος ἔγινε ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς.

Στὸ πάνω μέρος τῆς σελίδας μπορεῖτε νὰ δεῖτε τὴ λιθογραφία μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Μονῆς τοῦ Ἀχτὺρ ποὺ ἐκδόθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνος. Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ὑπῆρχαν περίπου 150 μοναχοὶ καὶ δόκιμοι ποὺ ζοῦσαν στὸ μοναστήρι.

Ὡς συνέπεια τοῦ πραξικοπήματος τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1917 ἡ Μονὴ ἔκλεισε πάλι. Ὁ ἡγούμενος Ἀρίσταρχος μαρτύρησε τὸ 1919 καὶ οἱ ναοὶ τῆς Μονῆς βεβηλώθηκαν καὶ λεηλατήθηκαν. Οἱ ντόπιοι διέλυσαν τὰ ἀπομεινάρια τῆς Μονῆς γιὰ νὰ τὰ κάνουν οἰκοδομικὰ ὑλικὰ ἀμέσως μετὰ τὸν πόλεμο.

Τὸ ἀρχαῖο καμπαναριὸ μὲ τὶς τρύπες ποὺ ἔκαναν τὰ βλήματα τῶν ἀρμάτων μάχης κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πολέμου εἶναι τὸ μόνο κτίριο ποὺ ἀπέμεινε ἀπὸ τὸ παλαιὸ Μοναστήρι.

Ἡ τρίτη περίοδος λειτουργίας τῆς Μονῆς ξεκίνησε στὶς ἀρχὲς τῆς νέας χιλιετίας απὸ τὴν σημερινὴ ἀδελφότητα. Μὲ τὴν βοήθεια τῶν εὐλαβῶν κατοίκων τῆς Ἀκτύρκα στήθηκαν τέντες ποὺ χρησιμοποιήθηκαν ὡς ναὸς καὶ τραπεζαρία.

Ἡ πρώτη Θεία Λειτουργία τελέστηκε ἐδῶ στὶς 23 Ἰουνίου 2002 στὴν πανήγυρη τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἀπὸ τότε τελεῖται καθημερινά. Στὶς 26 Ἰουλίου τὴν παραμονὴ τοῦ Ἁγίου βασιλέως Βλαδιμήρου τοῦ φωτιστοῦ τῆς Ρωσίας ὑψώθηκε ὁ Τίμιος Σταυρὸς στὴν κορυφὴ τοῦ καμπαναριοῦ.

Οἱ ἐργασίες ἀποκαταστάσεως ξεκίνησαν μέσα στὸ καμπαναριὸ τὸν Σεπτέμβριο τοῦ ἰδίου ἔτους. Οἱ μοναχοὶ μαζὶ μὲ δύο ἀκόμα δόκιμους, μαθητὲς ποὺ ἦλθαν ἀπὸ τὴν Ἱερατικὴ Σχολή, κατάλαβαν ὅτι ἡ μόνη πιθανὴ λύση γιὰ νὰ ἔχουν κτιστὸ ἱερὸ ναὸ καὶ κελιὰ γιὰ νὰ μείνουν ἦταν νὰ τὰ φτιάξουν μέσα στὸ καμπαναριὸ — τὸν Ναὸ στὸ ἰσόγειο καὶ τὰ κελιὰ στοὺς ὀρόφους.

Ἡ πρώτη Λειτουργία στὸν Ναὸ τελέστηκε στὶς 4 Δεκεμβρίου — στὴν ἀγρυπνία τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου. Γιὰ πολλὲς ἡμέρες ὁ καιρὸς ἦταν ἐξαιρετικὰ ψυχρός, -14°C, μὰ ἡ πανήγυρη τῶν Εἰσοδίων ἦταν ἡ πρώτη ἡμέρα ποὺ ἡ ἀδελφότητα μποροῦσε πιὰ νὰ μπεῖ στὸν κτισμένο Ναό. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἐνδυνάμωσε τὴν πίστη τους ὅτι ἡ Κυρία Θεοτόκος τοὺς στηρίζει στὸν σκοπό τους.

Τὴν Κυριακὴ μετὰ τὴν Γέννηση τοῦ Κυρίου μας, 12 Ἰανουαρίου 2003, ὁ ἐπίσκοπος Σούμι καὶ Ἀκτύρκα κ. Ἰώβ, καθηγίασε τὸν Ναό. Αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη Θεία Λειτουργία ποὺ τέλεσε ὁ ἐπίσκοπος στὴν Μονὴ μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια ἐγκατάλειψής της.

Μὲ τὴν συνδρομὴ τῶν εὐλαβῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν ἡ Μονὴ θὰ ἀναδομηθεῖ πλήρως.